αδριατικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αδριατικός < (ελληνιστική κοινή) Ἀδριατικός
Επίθετο επεξεργασία
αδριατικός, -ή, -ό
- που έχει σχέση με την Αδριατική, βρίσκεται σ’ αυτή ή αναφέρεται σ' αυτή
Άλλες μορφές επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- διαδριατικός
- → δείτε τη λέξη Αδριατική
Μεταφράσεις επεξεργασία
αδριατικός