Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αγριοκούναβο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συνώνυμα
1.3.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
αγριοκούναβ
ο
τα
αγριοκούναβ
α
γενική
του
αγριοκούναβ
ου
των
αγριοκούναβ
ων
αιτιατική
το
αγριοκούναβ
ο
τα
αγριοκούναβ
α
κλητική
αγριοκούναβ
ο
αγριοκούναβ
α
Κατηγορία
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αγριοκούναβο
<
αγριο-
+
κουνάβ(ι)
+
-ο
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
a.ɣɾi.oˈku.na.vo
/
τυπογραφικός συλλαβισμός
:
α
‐
γρι
‐
ο
‐
κού
‐
να
‐
βο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αγριοκούναβο
ουδέτερο
(
θηλαστικό ζώο
)
το
άγριο
κουνάβι
Συνώνυμα
επεξεργασία
μεφίτιδα
Μεφίτις
(το γένος
Mephitis
)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αγριοκούναβο
αγγλικά
:
skunk
(en)