αγριογαρίφαλο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.ɣɾi.o.ɣaˈɾi.fa.lo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐γρι‐ο‐γα‐ρί‐φα‐λο
Ουσιαστικό
επεξεργασίααγριογαρίφαλο ουδέτερο
Μεταφράσεις
επεξεργασία αγριογαρίφαλο
|