αγγελάκι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | αγγελάκι | τα | αγγελάκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | αγγελάκι | τα | αγγελάκια |
κλητική | αγγελάκι | αγγελάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- αγγελάκι, υποκοριστικό του άγγελος
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aŋ.ɟeˈla.ci/
- ομόηχο: Αγγελάκη
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αγ‐γε‐λά‐κι
Ουσιαστικό
επεξεργασίααγγελάκι ουδέτερο
- το αγγελούδι
- ※ Και φούμα φούμα στα βοτσαλάκια / αγίους έβλεπα και αγγελάκια. / Και φούμα φούμα στη Φρεαττύδα / ότι μ’ αγάπαγες, άπιστη, είδα. (Και φούμα φούμα, στίχοι: Πυθαγόρας, μουσική: Χρήστος Νικολόπουλος, εκτέλεση: Τάκης Μπίνης, 1996)