πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αγαπούλης οι αγαπούληδες
      γενική του αγαπούλη των αγαπούληδων
    αιτιατική τον αγαπούλη τους αγαπούληδες
     κλητική αγαπούλη αγαπούληδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αγαπούλης αρσενικό (θηλυκό αγαπούλα)

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • αγάπη - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)