Χρυσοπηγή
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΧρυσοπηγή < χρυσ(ή) + -ο- + πηγή
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΧρυσοπηγή θηλυκό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Χρυσοπηγή στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία Χρυσοπηγή
Χρυσοπηγή < χρυσ(ή) + -ο- + πηγή
Χρυσοπηγή θηλυκό