Χαλέπα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Χαλέπα | ||
γενική | της | Χαλέπας | ||
αιτιατική | τη | Χαλέπα | ||
κλητική | Χαλέπα | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Χαλέπα < χαλέπα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΧαλέπα θηλυκό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Χαλέπα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΕτυμολογία 2
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Χαλέπα | οι | Χαλέπα |
γενική | της | Χαλέπα | των | Χαλέπα |
αιτιατική | τη | Χαλέπα | τις | Χαλέπα |
κλητική | Χαλέπα | Χαλέπα | ||
ΑΚΛΙΤΟ | ||||
όπως «άκλιτα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Χαλέπα < γενική ενικού του αρσενικού Χαλέπας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΧαλέπα θηλυκό άκλιτο