Φλωρινιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΦλωρινιώτης αρσενικό (θηλυκό Φλωρινιώτισσα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που κατοικεί ή κατάγεται από τη Φλώρινα
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Φλωρινιώτης
|
Ετυμολογία 2
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Φλωρινιώτης | οι | Φλωρινιώτηδες |
γενική | του | Φλωρινιώτη* | των | Φλωρινιώτηδων |
αιτιατική | τον | Φλωρινιώτη | τους | Φλωρινιώτηδες |
κλητική | Φλωρινιώτη | Φλωρινιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Φλωρινιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Φλωρινιώτης < πατριδωνυμικό Φλωρινιώτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΦλωρινιώτης αρσενικό (θηλυκό Φλωρινιώτη ή Φλωρινιώτου)