Φιλιππάκος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Φιλιππάκος < Φίλιππ(ος) + υποκοριστικό επίθημα -άκος
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /fi.liˈpa.kos/
Κύριο όνομα 1 επεξεργασία
Φιλιππάκος αρσενικό
- υποκοριστικό, χαϊδευτικό ανδρικό όνομα
Μεταφράσεις επεξεργασία
για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Φίλιππος
Φιλιππάκος
|
Κύριο όνομα 2 επεξεργασία
Φιλιππάκος αρσενικό
- ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Φιλιππάκου)