Τσεχοσλοβάκος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Τσεχοσλοβάκος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Τσεχοσλοβάκος αρσενικό, Τσεχοσλοβάκα θηλυκό
- (εθνικό όνομα) αυτός που καταγόταν από την Τσεχοσλοβακία ή είχε την αντίστοιχη υπηκοότητα έως τον χωρισμό της χώρας το 1993 σε Τσεχία και Σλοβακία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Τσεχοσλοβάκος