Τζίνα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈd͡zi.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τζί‐να
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Τζίνα | οι | Τζίνες |
γενική | της | Τζίνας | — | |
αιτιατική | την | Τζίνα | τις | Τζίνες |
κλητική | Τζίνα | Τζίνες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία 1
επεξεργασία- Τζίνα < υποκοριστικό γυναικείων ονομάτων, όπως λ.χ. από το Τζωρτζίνα (Γεωργία), με αποκοπή
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤζίνα θηλυκό
Μεταφράσεις
επεξεργασία Τζίνα
|
Ετυμολογία 2
επεξεργασία- Τζίνα < μεταγραφή για την αγγλική Geena / Gena / Jena (συνήθως από τα Georgina και Ragina) & Jenna (από τα Janet, Jane και Jennifer κυρίως), ή την ιταλική Gina
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤζίνα θηλυκό
Ετυμολογία 3
επεξεργασία- Τζίνα < γενική ενικού του αρσενικού Τζίνας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤζίνα θηλυκό, άκλιτο
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασία
Ετυμολογία 4
επεξεργασία- Τζίνα: κλιτικός τύπος
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΤζίνα αρσενικό