Τερζής
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Τερζής < επάγγελμα τερζής, προέλευσης από την οθωμανική τουρκική
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /teɾˈzis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τερ‐ζής
Κύριο όνομα επεξεργασία
Τερζής αρσενικό (θηλυκό Τερζή)
Άλλες γραφές επεξεργασία
- Τερτζής (παρωχημένη)
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταγραφές επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης) [1]