• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

Στενός

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : στενός

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Κύριο όνομα
      • 1.3.1 Δείτε επίσης
      • 1.3.2 Μεταγραφές

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Στενός οι Στενοί
      γενική του Στενού των Στενών
    αιτιατική τον Στενό τους Στενούς
     κλητική Στενέ Στενοί
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Σολωμός - κλίση: ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
Στενός < στενός

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /steˈnos/
τυπογραφικός συλλαβισμός : Στε‐νός

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Στενός αρσενικό

  1. ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Στενού)
  2. οικισμός της Φωκίδας

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • Στενή
  • Στενός Φωκίδας στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια

Μεταγραφές

επεξεργασία
  • κυριλλικοί χαρακτήρες:  Стенос
  • λατινικοί χαρακτήρες:  Stenos
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Στενός&oldid=5620806"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Νοεμβρίου 2022, στις 00:34

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Νοεμβρίου 2022, στις 00:34.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας