Σούρας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Σούρας | οι | Σούρες |
γενική | του | Σούρα | — | |
αιτιατική | τον | Σούρα | τους | Σούρες |
κλητική | Σούρα | Σούρες | ||
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Σούρας < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣούρας αρσενικό (θηλυκό Σούρα)
Μεταγραφές
επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Σούρας < (άμεσο δάνειο) λατινική Sura (ρωμαϊκό όνομα· → δείτε και τη λέξη sura, που σημαίνει γάμπα)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣούρας αρσενικό
Πηγές
επεξεργασία- Σούρας - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
- Thomas Corsten 2010 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. V.A: Coastal Asia Minor. Pontos to Ionia, Oxford: Oxford University Press