Δείτε επίσης: σκαπέτι

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Σκαπέτι τα Σκαπέτια
      γενική του Σκαπετιού
Σκαπετίου
των Σκαπετιών
Σκαπετίων
    αιτιατική το Σκαπέτι τα Σκαπέτια
     κλητική Σκαπέτι Σκαπέτια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Οι δεύτεροι τύποι της γενικής, λόγιοι, παλιότεροι.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «καράτι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σκαπέτι < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /skaˈpe.ti/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σκα‐πέ‐τι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σκαπέτι ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία