Δείτε επίσης: σαφραμπολίτης

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σαφραμπολίτης οι Σαφραμπολίτες
      γενική του Σαφραμπολίτη των Σαφραμπολιτών
    αιτιατική τον Σαφραμπολίτη τους Σαφραμπολίτες
     κλητική Σαφραμπολίτη Σαφραμπολίτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σαφραμπολίτης < Σαφράμπολ(η) + -ίτης

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /sa.fɾam.boˈli.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σα‐φρα‐μπο‐λί‐της

  Ουσιαστικό επεξεργασία

Σαφραμπολίτης αρσενικό (θηλυκό Σαφραμπολίτισσα)

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία