Πυθία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Πυθία | ||
γενική | της | Πυθίας | ||
αιτιατική | την | Πυθία | ||
κλητική | Πυθία | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Πυθία < αρχαία ελληνική Πυθία < Πυθώ < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *dʰewb-ṓ < *dʰewb- (βάθος, κοιλότητα)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠυθία θηλυκό
- (θρησκεία, ιστορία) η εκάστοτε πρωθιέρεια του μαντείου των Δελφών η οποία μετέφερε λακωνικά και δυσνόητα τη χρησμοδότηση του Θεού προς τον ενδιαφερόμενο πιστό
- (σπάνιο) γυναικείο όνομα
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Πυθία στη Βικιπαίδεια