Προδρομάκης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Προδρομάκης < Πρόδρομ(ος) + υποκοριστικό επίθημα -άκης
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /pɾo.ðɾoˈma.cis/
Κύριο όνομα επεξεργασία
Προδρομάκης αρσενικό
- υποκοριστικό, χαϊδευτικό ανδρικό όνομα
- ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Προδρομάκη)