Πισσώνας
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Πισσώνας | οι | Πισσώνες |
γενική | του | Πισσώνα | των | Πισσώνων |
αιτιατική | τον | Πισσώνα | τους | Πισσώνες |
κλητική | Πισσώνα | Πισσώνες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Πισσώνας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /piˈso.nas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πισ‐σώ‐νας
Κύριο όνομα επεξεργασία
Πισσώνας αρσενικό