Παπάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Παπάς | οι | Παπάδες |
γενική | του | Παπά | των | Παπάδων |
αιτιατική | τον | Παπά | τους | Παπάδες |
κλητική | Παπά | Παπάδες | ||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαμάς (κλίση: ψαράς)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Παπάς < από επάγγελμα παπάς
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /paˈpas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πα‐πάς
- ομόηχα: παπάς, παππάς, Παππάς
- τονικό παρώνυμο: πάπας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠαπάς αρσενικό (θηλυκό Παπά)
Άλλες μορφές
επεξεργασία- Παππάς (συνηθέστερη)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Παπάς στη Βικιπαίδεια (σελίδα αποσαφήνισης)