Παπάδες
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | Παπάδες | ||
γενική | των | Παπάδων | ||
αιτιατική | τους | Παπάδες | ||
κλητική | Παπάδες | |||
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία 1
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /paˈpa.ðes/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πα‐πά‐δες
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Παπάδες αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Παπάδες
|
Ετυμολογία 2
επεξεργασία
- Παπάδες : κλιτικός τύπος