Οκτωνιάτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /o.ktoˈɲa.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ο‐κτω‐νιά‐της
Ετυμολογία 1
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΟκτωνιάτης αρσενικό (θηλυκό Οκτωνιάτισσα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που κατάγεται από την Οκτωνιά ή κατοικεί εκεί
Συγγενικά
επεξεργασία- Οκτωνιά
- Οκτωνιάτης (επώνυμο)
Μεταφράσεις
επεξεργασία Οκτωνιάτης
|
Ετυμολογία 2
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Οκτωνιάτης | οι | Οκτωνιάτηδες |
γενική | του | Οκτωνιάτη* | των | Οκτωνιάτηδων |
αιτιατική | τον | Οκτωνιάτη | τους | Οκτωνιάτηδες |
κλητική | Οκτωνιάτη | Οκτωνιάτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Οκτωνιάτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Οκτωνιάτης < πατριδωνυμικό Οκτωνιάτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΟκτωνιάτης αρσενικό (θηλυκό Οκτωνιάτη ή Οκτωνιάτου)