Δείτε επίσης: μπεκιάρης

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μπεκιάρης οι Μπεκιάρηδες
      γενική του Μπεκιάρη των Μπεκιάρηδων
    αιτιατική τον Μπεκιάρη τους Μπεκιάρηδες
     κλητική Μπεκιάρη Μπεκιάρηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Μπεκιάρης < τουρκική bekâr (άγαμος) + -ης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μπεκιάρης αρσενικό ((θηλυκό Μπεκιάρη)

Συγγενικά επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • Μπεκιάρης σελ.117 -  Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.
  • Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης) [1]