Μουρατχανίδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μουρατχανίδης | οι | Μουρατχανίδηδες |
γενική | του | Μουρατχανίδη* | των | Μουρατχανίδηδων |
αιτιατική | τον | Μουρατχανίδη | τους | Μουρατχανίδηδες |
κλητική | Μουρατχανίδη | Μουρατχανίδηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Μουρατχανίδου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Μουρατχανίδης < τουρκική murat, που σημαίνει επιθυμία, [1] πόθος + … • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜουρατχανίδης αρσενικό (θηλυκό Μουρατχανίδου ή Μουρατχανίδη)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Ηλίας Κ. Πετρόπουλος, «Εκμάθηση ποντιακής διαλέκτου Ι» (μάθημα 1ο), σ. 45, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης - Πλατφόρμα Τηλεκπαίδευσης· πρόσβαση: 2020-12-10.