Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός     2ος πληθυντικός  
κοινού γένους αρσενικό κοινού γένους
ονομαστική ο/η Μουράτογλου οι Μουράτογλοι
Μουρατογλαίοι
οι Μουράτογλου
      γενική του/της Μουράτογλου των Μουράτογλων
Μουρατογλαίων
των Μουράτογλου
    αιτιατική τον/τη Μουράτογλου τους Μουράτογλους
Μουρατογλαίους
τους/τις Μουράτογλου
     κλητική Μουράτογλου Μουράτογλοι
Μουρατογλαίοι
Μουράτογλου
Παραμένει άκλιτο. Το αρσενικό έχει επιπλέον κλιτές μορφές στον πληθυντικό.
Ονοματεπώνυμα -Κατηγορία όπως «Καμπούρογλου» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Μουράτογλου < Μουράτ + -ογλου [1]

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μουράτογλου αρσενικό ή θηλυκό

Μεταγραφές επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Μανόλης Τριανταφυλλίδης (²1995), Τα οικογενειακά μας ονόματα, επιμέλεια: Ε.Σ. Στάθης. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). ISBN 960‑231‑010‑3. 1η έκδοση, μεταθανάτια: 1982, σελ. 14.