Μελισσιώτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /me.liˈsço.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Με‐λισ‐σιώ‐της
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
- Μελισσιώτης < Μέλισσ(α) ή Μελίσσ(ι) ή Μελίσσ(ια) + -ιώτης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μελισσιώτης αρσενικό (θηλυκό Μελισσιώτισσα)
- (πατριδωνυμικό) ο κάτοικος οικισμού με το όνομα Μέλισσα, Μελίσσι ή Μελίσσια
Συγγενικά επεξεργασία
- μελισσιώτικος
- Μελισσιώτης (επώνυμο)
Μεταφράσεις επεξεργασία
Μελισσιώτης
|
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μελισσιώτης | οι | Μελισσιώτηδες |
γενική | του | Μελισσιώτη* | των | Μελισσιώτηδων |
αιτιατική | τον | Μελισσιώτη | τους | Μελισσιώτηδες |
κλητική | Μελισσιώτη | Μελισσιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Μελισσιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Μελισσιώτης < πατριδωνυμικό Μελισσιώτης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μελισσιώτης αρσενικό (θηλυκό Μελισσιώτη ή Μελισσιώτου)