Δείτε επίσης: λοιμικό
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Λοιμικό τα Λοιμικά
      γενική του Λοιμικού των Λοιμικών
    αιτιατική το Λοιμικό τα Λοιμικά
     κλητική Λοιμικό Λοιμικά
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Λοιμικό < λοιμικό[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /li.miˈko/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Λοι‐μι‐κό

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Λοιμικό ουδέτερο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Καιροφύλας, Γιάννης (1995). Τοπωνύμια της Αθήνας, του Πειραιά και των περιχώρων. Αθήνα: Φιλιππότης. ISBN 9789602950746. 
  2. ΦΕΚ 188 Α, 19 Αυγούστου 1954