Λαγουμτζής
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Λαγουμτζής < από το επάγγελμα λαγουμιτζής < τουρκική lâgιmcι / λαγούμ(ι) + -τζής • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα επεξεργασία
Λαγουμτζής αρσενικό (θηλυκό Λαγουμτζή)