Κυριάκης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κυριάκης < Κυριάκ(ος) + υποκοριστικό επίθημα -άκης
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ciɾˈʝa.cis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κυρ‐ιά‐κης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚυριάκης αρσενικό
Μεταγραφές
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης) [1]