Κουτσουφλιανιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ku.t͡su.fʎaˈɲo.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κου‐τσου‐φλια‐νιώ‐της
Ετυμολογία 1
επεξεργασία- Κουτσουφλιανιώτης < Κουτσούφλιαν(η) + -ιώτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚουτσουφλιανιώτης αρσενικό (θηλυκό Κουτσουφλιανιώτισσα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που κατάγεται από οικισμό με το όνομα Κουτσούφλιανη ή κατοικεί εκεί
Συγγενικά
επεξεργασία- Κουτσούφλιανη
- Κουτσουφλιανιώτης (επώνυμο)
Μεταφράσεις
επεξεργασία Κουτσουφλιανιώτης
|
Ετυμολογία 2
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Κουτσουφλιανιώτης | οι | Κουτσουφλιανιώτηδες |
γενική | του | Κουτσουφλιανιώτη* | των | Κουτσουφλιανιώτηδων |
αιτιατική | τον | Κουτσουφλιανιώτη | τους | Κουτσουφλιανιώτηδες |
κλητική | Κουτσουφλιανιώτη | Κουτσουφλιανιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Κουτσουφλιανιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Κουτσουφλιανιώτης < πατριδωνυμικό Κουτσουφλιανιώτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚουτσουφλιανιώτης αρσενικό (θηλυκό Κουτσουφλιανιώτη ή Κουτσουφλιανιώτου)