Κουμαρίτσι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Κουμαρίτσι | τα | Κουμαρίτσια |
γενική | του | Κουμαριτσίου | των | Κουμαριτσίων |
αιτιατική | το | Κουμαρίτσι | τα | Κουμαρίτσια |
κλητική | Κουμαρίτσι | Κουμαρίτσια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κουμαρίτσι < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ku.maˈɾi.t͡si/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κου‐μα‐ρί‐τσι
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚουμαρίτσι ουδέτερο