Κλαίρη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Κλαίρη | ||
γενική | της | Κλαίρης | ||
αιτιατική | την | Κλαίρη | ||
κλητική | Κλαίρη | |||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κλαίρη < (άμεσο δάνειο) γαλλική Claire < λατινική Clara < clara, θηλυκό του clarus (καθαρός, λαμπρός)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚλαίρη θηλυκό