Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Καβουρονήσι τα Καβουρονήσια
      γενική του Καβουρονησιού
Καβουρονησίου
των Καβουρονησιών
Καβουρονησίων
    αιτιατική το Καβουρονήσι τα Καβουρονήσια
     κλητική Καβουρονήσι Καβουρονήσια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Οι δεύτεροι τύποι της γενικής, λόγιοι, παλιότεροι.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «καράτι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Καβουρονήσι < Καβούρ(ι) + -ο- + νησί

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ka.vu.ɾoˈni.si/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κα‐βου‐ρο‐νή‐σι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Καβουρονήσι ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία