Ιόνιο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Ιόνιο | τα | Ιόνια |
γενική | του | Ιόνιου & Ιονίου |
των | Ιόνιων & Ιονίων |
αιτιατική | το | Ιόνιο | τα | Ιόνια |
κλητική | Ιόνιο | Ιόνια | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ιόνιο < Ιόνιο πέλαγος, με παράλειψη του ουσιαστικού πέλαγος, ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου ιόνιος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΙόνιο ουδέτερο
- (πέλαγος) το Ιόνιο πέλαγος
Μεταφράσεις
επεξεργασία Ιόνιο
|