Ζαφειρίου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | 2ος πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|---|
κοινού γένους | αρσενικό | κοινού γένους | ||||
ονομαστική | ο/η | Ζαφειρίου | οι | Ζαφειριαίοι | οι | Ζαφειρίου |
γενική | του/της | Ζαφειρίου | των | Ζαφειριαίων | των | Ζαφειρίου |
αιτιατική | τον/τη | Ζαφειρίου | τους | Ζαφειριαίους | τους/τις | Ζαφειρίου |
κλητική | Ζαφειρίου | Ζαφειριαίοι | Ζαφειρίου | |||
Παραμένει άκλιτο. Το αρσενικό έχει επιπλέον κλιτές μορφές στον πληθυντικό. | ||||||
Ονοματεπώνυμα -Κατηγορία όπως «Σταύρου» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ζαφειρίου (πατρωνυμικό) < γενική ενικού του Ζαφείριος
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /za.fiˈɾi.u/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ζα‐φει‐ρί‐ου
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ζαφειρίου αρσενικό ή θηλυκό
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Ζαφειρίου αρσενικό