Εὐπάτωρ
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Εὐπᾰτωρ-Εὐπᾰτορ- | ||||||||
ονομαστική | ὁ | Εὐπάτωρ | οἱ | Εὐπάτορες | ||||
γενική | τοῦ | Εὐπάτορος | τῶν | Εὐπατόρων | ||||
δοτική | τῷ | Εὐπάτορῐ | τοῖς | Εὐπάτορσῐ(ν) | ||||
αιτιατική | τὸν | Εὐπάτορᾰ | τοὺς | Εὐπάτορᾰς | ||||
κλητική ὦ! | Εὐπάτορ | Εὐπάτορες | ||||||
δυϊκός | ||||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Εὐπάτορε | ||||||
γεν-δοτ | τοῖν | Εὐπατόροιν | ||||||
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ. Συνήθως στον ενικό. | ||||||||
3η κλίση, Κατηγορία 'κτήτωρ' όπως «ἀλέκτωρ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Εὐπάτωρ < αρχαία ελληνική εὐπάτωρ < εὐ- + -πάτωρ < πατήρ
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΕὐπάτωρ, -ορος αρσενικό
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Εὐπάτωρ, εὐπάτωρ - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
- M. J. Osborne and S. G. Byrne 1994 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. II: Attica, Oxford: Oxford University Press.
- Thomas Corsten 2010 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. V.A: Coastal Asia Minor. Pontos to Ionia, Oxford: Oxford University Press
- P. M. Fraser and E. Matthews 2000 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. III.B: Central Greece: From the Megarid to Thessaly, Oxford: Oxford University Press
- P. M. Fraser, E. Matthews and R. W. V. Catling 2005 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. IV: Macedonia. Thrace, Northern Shores of the Black Sea, Oxford: Oxford University Press
- Εὐπάτωρ - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven