Δείτε επίσης: μήλιος, Μηλιός

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μήλιος οι Μήλιοι
      γενική του Μήλιου
Μηλίου
των Μήλιων
Μηλίων
    αιτιατική τον Μήλιο τους Μήλιους
Μηλίους
     κλητική Μήλιε Μήλιοι
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Μήλιος < Μήλος + -ιος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈmi.li.os/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μή‐λι‐ος

  Κύριο όνομα 1 επεξεργασία

Μήλιος αρσενικό (θηλυκό Μήλια)

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μήλιος οι Μήλιοι
      γενική του Μήλιου των Μήλιων
    αιτιατική τον Μήλιο τους Μήλιους
     κλητική Μήλιο Μήλιοι
Κατηγορία όπως «υπνάκος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Μήλιος < Μίλιος

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈmi.ʎos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μή‐λιος

  Κύριο όνομα 2 επεξεργασία

Μήλιος αρσενικό

Παράγωγα επεξεργασία

  Ετυμολογία 3 επεξεργασία

Μήλιος < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈmi.ʎos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μή‐λιος

  Κύριο όνομα 3 επεξεργασία

Μήλιος αρσενικό (θηλυκό Μήλιου)

Άλλες γραφές επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης) [1]