αρχιπυροσβέστης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-el-}}== {{el-κλίση-'ναύτης'}} ==={{ετυμολογία}}=== : '''{{PAGENAME}}''' < αρχι- + πυροσβέστης ==={{ουσιαστικό|el}}... |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 12:39, 4 Φεβρουαρίου 2021
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αρχιπυροσβέστης < αρχι- + πυροσβέστης
Ουσιαστικό
αρχιπυροσβέστης αρσενικό
- ανώτερος βαθμός υπαξιωματικού πυροσβεστικής υπηρεσίας, ανώτερος του υπαρχιπυροσβέστη και κατώτερος του πυρονόμου (σε αντιστοιχία με τον αρχιλοχία)
Μεταφράσεις
αρχιπυροσβέστης
|