Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Δραχμάνι τα Δραχμάνια
      γενική του Δραχμανίου των Δραχμανίων
    αιτιατική το Δραχμάνι τα Δραχμάνια
     κλητική Δραχμάνι Δραχμάνια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Δραχμάνι < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ðɾaxˈma.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Δραχ‐μά‐νι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Δραχμάνι ουδέτερο

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ΦΕΚ Β93, 23 Νοεμβρίου 1916, @pandektis.ekt.gr