↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Διαλεχτή οι Διαλεχτές
      γενική της Διαλεχτής των Διαλεχτών
    αιτιατική τη Διαλεχτή τις Διαλεχτές
     κλητική Διαλεχτή Διαλεχτές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Διαλεχτή < διαλεκτή < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου διαλεκτός• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ði̯a.leˈxti/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Δια‐λε‐χτή

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Διαλεχτή θηλυκό, αρσενικό Διαλεχτός

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία