Γαυριονήσια
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Γαυριονήσι | τα | Γαυριονήσια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | Γαυριονήσι | τα | Γαυριονήσια |
κλητική | Γαυριονήσι | Γαυριονήσια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Γαυριονήσια < Γαύρι(ο) + -ο- + (νησί) -νήσια στον πληθυντικό → δείτε τη λέξη Γαυριονήσι
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɣa.vɾi.oˈni.sça/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γαυ‐ρι‐ο‐νή‐σια
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΓαυριονήσια ουδέτερο στον πληθυντικό
Άλλες γραφές
επεξεργασία- Γαυρειονήσια[1] (παρωχημένη)
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Γαυριονήσια
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Δημήτριος Πασχάλης, Τοπωνυμικόν της νήσου Άνδρου (Αθήνα 1933), σ. 26· Στην Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών Ανέμη· πρόσβαση: 2021-07-20.