Βράχος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Βράχος | οι | Βράχοι |
γενική | του | Βράχου | των | Βράχων |
αιτιατική | τον | Βράχο | τους | Βράχους |
κλητική | Βράχε | Βράχοι | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Βράχος < βράχος
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈvɾa.xos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βρά‐χος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒράχος αρσενικό