Δείτε επίσης: βελανιδιά
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Βελανιδιά οι Βελανιδιές
      γενική της Βελανιδιάς των Βελανιδιών
    αιτιατική τη Βελανιδιά τις Βελανιδιές
     κλητική Βελανιδιά Βελανιδιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Βελανιδιά < βελανιδιά

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ve.la.niˈðʝa/]
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βε‐λα‐νι‐διά

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βελανιδιά θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία