• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

Βατώντας

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Κύριο όνομα
      • 1.3.1 Δείτε επίσης
      • 1.3.2 Μεταφράσεις
    • 1.4 Αναφορές

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Βατώντας οι Βατώντες
      γενική του Βατώντα των Βατώντων
    αιτιατική τον Βατώντα τους Βατώντες
     κλητική Βατώντα Βατώντες
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
Βατώντας < → λείπει η ετυμολογία

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /vaˈton.das/
τυπογραφικός συλλαβισμός : Βα‐τώ‐ντας

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βατώντας αρσενικό

  • οικισμός της Εύβοιας, πρώην ονομασία της Νέας Αρτάκης[1]

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • Βατώντας Ευβοίας στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    Βατώντας
  • αγγλικά : Vatondas (en)

Αναφορές

επεξεργασία
  1. ↑ ΦΕΚ 179Α, 5 Ιουλίου 1933
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Βατώντας&oldid=5604866"
Τελευταία επεξεργασία στις 18 Οκτωβρίου 2022, στις 12:45

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 18 Οκτωβρίου 2022, στις 12:45.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας