Ανυφαντάκης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Ανυφαντάκης < Ανυφαντ(ής) + -άκης
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.ni.fanˈda.cis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐νυ‐φα‐ντά‐κης
- παρώνυμα: Αλειφαντάκης, Αληφαντάκης, Αλιφαντάκης, Αλυφαντάκης, Αλφαντάκης
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Ανυφαντάκης αρσενικό (θηλυκό Ανυφαντάκη)