Αλιφαντάκης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αλιφαντάκης < Αλιφαντ(ής) + -άκης
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.li.fanˈda.cis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐λι‐φα‐ντά‐κης
- ομόηχο: Αληφαντάκης, Αλειφαντάκης, Αλυφαντάκης
- παρώνυμα: Αλφαντάκης, Ανυφαντάκης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αλιφαντάκης αρσενικό (θηλυκό Αλιφαντάκη)