Αμαλίειο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Αμαλίειο | τα | Αμαλίεια |
γενική | του | Αμαλίειου & Αμαλιείου |
των | Αμαλίειων & Αμαλιείων |
αιτιατική | το | Αμαλίειο | τα | Αμαλίεια |
κλητική | Αμαλίειο | Αμαλίεια | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.maˈli.i.o/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐μα‐λί‐ει‐ο
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑμαλίειο ουδέτερο
- (επωνυμία) ονομασία οικοτροφείου στο Μαρούσι
- ※ Το βιβλίο περιλαμβάνει ακόμα τις μαρτυρίες των ετεροθαλών αδελφών του συγγραφέα που έως τα 18 τους ζούσαν στο Αμαλιείο Ορφανοτροφείο, στο Μαρούσι, «μια μετεξέλιξη των παιδουπόλεων της Φρειδερίκης». (Ηλίας Μαγκλίνης, Ο Τατσόπουλος γράφει σε πρώτο πρόσωπο, Η Καθημερινή, 8 Σεπτεμβρίου 2006)
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη Αμαλία