Ίριδα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ίριδα | οι | Ίριδες |
γενική | της | Ίριδας | των | Ιρίδων |
αιτιατική | την | Ίριδα | τις | Ίριδες |
κλητική | Ίριδα | Ίριδες | ||
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ίριδα < αρχαία ελληνική Ἶρις
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΊριδα θηλυκό
- (θρησκεία) κατώτερη θεότητα, αγγελιοφόρος των θεών
- γυναικείο όνομα
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Ίριδα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία Ίριδα
|