public
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΕπίθετοΕπεξεργασία
public (en)
- δημόσιος
- που απευθύνεται η αφορά το κοινό (όχι αναγκαστικά national/εθνικός, αφορά και ιδιωτικές εταιρείες πχ public broadcaster/public broadcasting organization συνήθως ιδιωτική εταιρεία, εκτός κι αν αναφέρεται το επίθετο national/εθνικός)
- public opinion: η κοινή γνώμη
- (πληροφορική) η εφαρμογή που απευθύνεται στο κοινό[1]
- (αντικειμενοστρεφής προγραμματισμός) οντότητα (μεταβλητή, μέθοδος, κλπ.) που έχει ορισθεί μέσα σε κλάση και μπορεί να είναι προσβάσιμη άμεσα και χωρίς περιορισμούς από το υπόλοιπο πρόγραμμα
- → δείτε και τις λέξεις protected και private
- δείτε επίσης: member accessibility στην αγγλική Βικιπαίδεια
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
public (en)
- το κοινό
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- public στην αγγλική Βικιπαίδεια
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
public (fr) αρσενικό
- το κοινό
- le public était enthousiaste - το κοινό ήταν ενθουσιασμένο
ΕπίθετοΕπεξεργασία
public (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- le secteur public - o δημόσιος τομέας
ΕκφράσειςΕπεξεργασία
- opinion publique - κοινή γνώμη
Ρουμανικά (ro)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
public (ro)
- κοινό
- relații cu publicul - οι σχέσεις με το κοινό
ΕκφράσειςΕπεξεργασία
- opinie publică - κοινή γνώμη
Επεξεργασία
- ↑ (αγγλικά) public site vs admin site, Writing your first Django app, part 1. Προσπέλαση 2020-04-06