παραθετικά
θετικός perceptible
συγκριτικός more perceptible
υπερθετικός most perceptible

  Επίθετο

επεξεργασία

perceptible (en)



      ενικός         πληθυντικός  
perceptible perceptibles

  Επίθετο

επεξεργασία

perceptible (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Αντώνυμα

επεξεργασία